Η αρχιτεκτονική προσέγγιση της νέας έδρας της Ν.Α. Τρικάλων, έγινε με γνώμωνα τις αρχές της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής και με σκοπό την δημιουργία ενός σημαντικού δημόσιου κτιρίου ανοικτού στον πολίτη.
Tο κτίριο σχεδιάστηκε με ένα κεντρικό αίθριο που αποτελεί συνέχεια της κεντρικής πλατείας που διαμορφώνεται γύρω του, εκατέρωθεν του οποίου χωροθετούνται τα δύο τμήματα των γραφειακών χώρων, Aνατολικό, Δυτικό καθώς και το αμφιθέατρο.
Το μεγάλο αίθριο ανάμεσά τους αποτελεί συνέχεια του δημόσιου χώρου και ταυτόχρονα ρυθμίζει το μικροκλίμα του κτιρίου.
H διάταξη των κτιριακών όγκων προκύπτει με γνώμονα τον βέλτιστο προσαντολισμό και την εκμετάλλευση των περιβαλλοντικών συνθηκών του χώρου (Hλιασμός- Aερισμός).
Tο κτίριο έχει σχεδιαστεί ώστε να προσφέρει βέλτιστες συνθήκες εργασίας για τους εργαζόμενους αλλά και ένα ευχάριστο περιβάλλον για τους επισκέπτες, χωρίς να είναι σπάταλο ενεργειακά. Έμφαση δίδεται στους χώρους των επισκεπτών με διαμόρφωση εύκολων προσβάσεων στις υπηρεσίες που έχουν άμεση σχέση με το κοινό.
Στο ισόγειο χωροθετούνται οι υπηρεσίες που έχουν άμεση επαφή με το κοινό και το κυλικείο, χρησιμοποιώντας το κεντρικό αίθριο σαν χώρο αναμονής και κυκλοφορίας. Στο αίριο, χάρις στην διαμόρφωσή του, είναι δυνατή η φιλοξενία εκθέσεων εκτός του ωραρίου λειτουργίας των υπηρεσιών. Στο μέσον δημιουργείται βαθμιδωτή διάταξη με κερκίδες που μπορεί να αποτελέσει χώρο στάσης και άλλων εκδηλώσεων. Tο αμφιθέατρο 530 θέσεων, προβλέπεται να τοποθετηθεί στο ένα άκρο του αιθρίου, και λειτουργικά να μπορεί να αποτελέσει συνέχεια του δημόσιου χώρου. Ελεύθερα στο χώρο του αιθρίου βρίσκονται και τα τρία κύρια κλιμακοστάσια πρόσβασης στους γραφειακούς χώρους και την αίθουσα Νομαρχιακού Συμβουλίου. Άλλα τέσσερα βοηθητικά κλιμακοστάσια τοποθετούνται στην περίμετρο σε κυλινδρικούς όγκους μαζί με μηχανολογικές διελεύσεις και χώρους υγιεινής.
Ο προσανατολισμός του αιθρίου είναι Bορράς – Nότος, και η νότια πλευρά του αποτελείται από ένα μεγάλο υαλοστάσιο το οποίο επιτρέπει τον ήλιο να θερμαίνει τον αέρα τις ημέρες του χειμώνα. Στεγάζεται με κεκλιμένη οροφή που δεν εφάπτεται στα δύο πλευρικά κτιριακά τμήματα, αφήνοντας ένα κενό στο οποίο τοποθετούνται περσίδες, ώστε με ελεγχόμενο τρόπο να γίνεται ο αερισμός του κτιρίου. Στο υπόγειο, κάτω από το αίθριο, τοποθετείται η δεξαμενή πυρόσβεσης, η οποία χρησιμοποιείται και για το δροσισμό του αέρα τους καλοκαιρινούς μήνες. H δεξαμενή περιβάλλεται από ένα κανάλι αερισμού το οποίο τροφοδοτείται από εξωτερικά στόμια με αέρα, ο οποίος κυκλοφορεί υπόγεια με χαμηλή ταχύτητα, και ερχόμενος σε επαφή με τα τοιχώματα της δεξαμενής ψύχεται, για να εισέλθει στο αίθριο από στόμια που βρίσκονται πλευρικά των κερκίδων.
Η διάταξη των γραφειακών χώρων είναι κυρίως ανοικτή, με κλειστούς χώρους που διαμορφώνονται μόνον όπου οι συνθήκες εργασίες το επιβάλλουν. Με στόχο την βέλτιστη εκμετάλλευση της θερμοχωρητικότητας, οι πλάκες προβλέπονται από εμφανές σκυρόδεμα με ανεστραμμένες δοκούς, χωρίς ψευδοροφή. Aντίθετα προβλέπεται ψευτοδάπεδο μέσα στο οποίο θα τοποθετηθούν και όλες οι απαιτούμενες μηχανολογικές εγκαταστάσεις.
Οι εξωτερικές όψεις χαρακτηρίζονται από τους οριζόντιους όγκους των γραφειακών χώρων με επένδυση από κεραμικά στοιχεία, που διακόπτονται από τους κατακόρυφους κυλινδρικούς όγκους των κλιμακοστασίων από ανεπίχριστο εμφανές σκυρόδεμα.
Η έδρα της Ν.Α. Τρικάλων θα αποτελέσει όταν κατασκευαστεί ένα σημαντικό δημόσιο κτίριο, όχι μόνο για την πόλη, αλλά και για ολόκληρο το νομό. Από αυτή την άποψη η χωροθέτησή του εκτός του κέντρου, πάνω σε οδικό άξονα σύνδεσης με την ευρύτερη περιοχή αποτελεί θετικό δεδομένο. Με γνώμονα αυτά τα δεδομένα η αρχιτεκτονική λύση στοχεύει στην δημιουργία ενός κτιρίου που θα αποτελέσει “τοπόσημο” για την περιοχή. Η χωροθέτηση γίνεται στο νοτιότερο τμήμα του οικοπέδου ώστε να παραμείνει αρκετός ελεύθερος χώρος όπου θα αναπτυχθεί ο υπαίθριος χώρος στάθμευσης και μελλοντικά το δεύτερο κτίριο ίδιων διαστάσεων.
Η ύπαρξη ενός σημαντικού δημόσιου κτιρίου, συνοδεύεται και από την διαμόρφωση ενός δημόσιου χώρου που δρα συμπληρωματικά με αυτό, εισχωρώντας εσωτερικά στο αίθριο του κτιρίου που θα αποτελέσει τμήμα του κοινόχρηστου χώρου, τονίζοντας την συνέχεια δομημένου και ελεύθερου χώρου. Μελλοντικά, με την ανέγερση δεύτερου κτιρίου στο βόρειο τμήμα, η πλατεία θα αποτελέσει στοιχείο σύνδεσης των δύο κτιρίων.